1,8K
Με αφορμή το πρόσφατο συμβάν του λύκου στην Πάρνηθα, θυμηθήκαμε ένα καταπληκτικό βιβλίο για αυτά τα υπέροχα και μοναδικά ζώα, τους λύκους. Ένα τόσο παρεξηγημένο ζώο, που στην πραγματικότητα γνωρίζουμε ελάχιστα πράγματα για αυτό. Λέγεται «Λύκοι, σας παρακαλώ μην κλαίτε» («“NEVER CRY WOLF») .
Πρόκειται για ένα καταπληκτικό βιβλίο που πρέπει να το διαβάσουμε όλοι. Ο συγγραφέας του βιβλίου ήταν ο βιολόγος και ένθερμος υποστηρικτής της προστασίας του περιβάλλοντος, Φάρλεϊ Μόατ (Farley Mowat, 12-5- 1921 – 6-5-2014), ο οποίος στάλθηκε το 1948-49 απ’ την καναδική κυβέρνηση στην περιοχή των λύκων στο Βορρά. Εκεί έζησε μαζί με τους λύκους και μάζεψε πληροφορίες γι’ αυτούς, με αφορμή τις φήμες που τους ήθελαν να κατασπαράζουν και να εξοντώνουν τα αρκτικά ελάφια, τα καριμπού.
Ο Μόατ έζησε εκεί σχεδόν ενάμιση χρόνο, παρέα μ’ έναν Εσκιμώο Ινουίτ παρατηρώντας μια οικογένεια λύκων. Και έμαθε τα πάντα.
Η οικογένεια αυτή σε τίποτα δεν έμοιαζε με τους λύκους, όπως τους παρουσίαζαν. Με τα μικρά τους, παιχνιδιάρικα, στοργικά και υπέροχα ζωάκια, που έτρωγαν ποντίκια αλλά και άλλα μεγαλύτερα ζώα για να επιβιώσουν. Και είδε τελικά ότι τα ελάφια, που έλεγαν ότι τα αφανίζουν οι λύκοι, τα αφάνιζαν οι ίδιοι οι κυνηγοί.
Ο Μόατ έγινε ένα με τους λύκους και κατάλαβε ότι πολλά πράγματα που υποτίθεται ότι γνωρίζαμε ή πιστεύαμε για αυτούς, ήταν πολύ μακριά από την πραγματικότητα. Εκείνα τα χρόνια (το βιβλίο εκδόθηκε το 1963 αλλά αυτά που περιγράφει ο συγγραφέας πρέπει να διαδραματίστηκαν μέσα στην δεκαετία του ’50), οι διάφορες κρατικές και τοπικές υπηρεσίες είχαν μια ιδιαίτερα επιθετική πολιτική απέναντι στους λύκους.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
Ορδές αιμοβόρων λύκων κατασπαράζουν τα Αρκτικά καριμπού, και η κυβέρνηση προσλαμβάνει τον φυσιοδίφη Φάρλεϊ Μόατ στην υπηρεσία της για να ερευνήσει το θέμα.
Τον αφήνουν ολομόναχο πάνω στην παγωμένη τούντρα για να αρχίσει την αποστολή του και να ζήσει ανάμεσα στα ουρλιαχτά και στις αγέλες των λύκων.
Ο Μόατ έρχεται γρήγορα σ’ επαφή με τα ζώα αυτά και ανακαλύπτει μια φωλιά, κατοικημένη όχι από αιμοβόρους ληστές αλλά από μια θαρραλέα και ευγενική οικογένεια, όλο φροντίδα και στοργή για τα μικρά της, που αγωνίζεται να τα θρέψει και να τα προστατέψει.
Όσο ο Μόατ πλησιάζει περισσότερο τον κόσμο των λύκων, τόσο αρχίζει να συμμερίζεται μαζί τους το φόβο που τους προξενούν οι διαρκείς επελάσεις των κυνηγών, που παίρνουν κεφάλια για να εισπράξουν την κατά κεφαλή αμοιβή, και των κρατικών υπαλλήλων που στέλνει η Κυβέρνηση για να ξεπαστρέψουν το ευγενικό αυτό ζώο από την Αρκτική.
Το “Λύκοι, σας παρακαλώ μην κλαίτε!” είναι μια από τις εξέχουσες αφηγήσεις για το μύθο και τη μαγεία του άγριου λύκου, και της θέσης του ανθρώπου ανάμεσα στα όντα της φύσης.
*Ακολουθεί ένα μικρό απόσπασμα απ’ τον πρόλογο του βιβλίου:
«Σήμερα, το έτος 1973, πολλά είδη λύκων της Βόρειας Αμερικής -ο λύκος της ανοιχτής πεδιάδας, ο γκρίζος λύκος, ο κόκκινος λύκος- έχουνε σχεδόν τελείως χαθεί. Σε ολόκληρη την ηπειρωτική Αμερική, εκτός της Αλάσκας, είναι ζήτημα αν επιζούν ακόμα 1.200 λύκοι. Από αυτούς, οι 500 στη Μινεσότα, όπου και προστατεύονται μερικώς από τον Εθνικό Δρυμό Quetico. Αλλά και πάλι, το φθινόπωρο του 1972, οι ειδικές αρχές της Μινεσότας πρότειναν να εξοντώνονται -με όπλο, φόλα, δόκανο ή παγίδα- 200 λύκοι τον χρόνο “έως ότου εκλείψει παντελώς αυτός ο κίνδυνος”. Στις αχανείς, δασωμένες αλλά ακατοίκητες εκτάσεις του Καναδά ζούσανε μέχρι τελευταία κάπου 15.000 λύκοι των δασών.
Όμως, με τη ραγδαία αυξανόμενη χρήση ελαφρών αεροπλάνων και, προπαντός, με τα σνόουμομπιλ, η πρόσβαση στις άλλοτε απροσπέλαστες αυτές περιοχές έχει γίνει πολύ πιο εύκολη σε αμέτρητους κυνηγούς και, φυσικά, τα θηράματα -μους, ελάφια, ελκ και διάφορα άλλα μεγαλόσωμα είδη- άρχισαν να λιγοστεύουνε, με αποτέλεσμα να ακουστεί ξανά η γνωστή πια κραυγή, από κυνηγούς, οδηγούς, μικροξενοδόχους, εμπόρους και κατασκευαστές ειδών κυνηγιού και κάθε άλλον που βγάζει το ψωμάκι του από το σπορ αυτό: “Ο λύκος κατασπαράζει τα θηράματα. ΤΑ ΘΗΡΑΜΑΤΑ ΜΑΣ, ΠΟΥ ΜΑΣ ΑΝΗΚΟΥΝ! Να ληφθούν αμέσως μέτρα για την εξόντωση των λύκων!”».
Εκδότης ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΗ